- σαρανταλείτουργο
- σαρανταλείτουργο τοсорокоуст – поминовение усопшего в течение сорока дней, совершаемое на Литургии и литииЭтим.< σαράντα + λειτουργία «сорок + литургия»
Η εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко). 2013.
Η εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко). 2013.
σαρανταλείτουργο — και σαρανταλείτρου(γ)ο, το, Ν εκκλ. η μνημόνευση τών ονομάτων νεκρών από τον ιερέα σε 40 συνεχείς λειτουργίες για την ανάπαυση τής ψυχής τους και την άφεση τών αμαρτιών τους. [ΕΤΥΜΟΛ. < σαράντα + λειτουργία] … Dictionary of Greek
σαρανταλείτουργο — το μνημόνευση από τον ιερέα του ονόματος κάποιου νεκρού σε σαράντα συνεχείς λειτουργίες … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
τεσσαραντολειτούργημα — τὸ, Μ εκκλ. η τέλεση ιερής λειτουργίας για σαράντα συνεχείς ημέρες, το σαρανταλείτουργο. [ΕΤΥΜΟΛ. < τεσσαράκοντα + λειτούργημα με απλολογία] … Dictionary of Greek